2ο. 'ΗΘΗ ΚΑΙ ΈΘΙΜΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΒΛΑΧΩΝ ΤΟΥ Ν. ΣΕΡΡΩΝ 30/12/2002 ΣΕΡΡΕΣ

แชร์
ฝัง
  • เผยแพร่เมื่อ 30 ธ.ค. 2020
  • Το video είναι απόσπασμα, από τα τηλεοπτικά γυρίσματα του Συλλόγου Βλάχων Ν. Σερρών ''Γεωργάκης Ολύμπιος'', για τις ανάγκες του τηλεοπτικού καναλιού, ''ΔΙΚΤΥΟ T. V.'' (Πρωτοχρονιά 2003).Τα ήθη και τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς των Βλάχων, του Ν. Σερρών, όπου παρουσιάστηκαν από την θεατρική ομάδα δρώμενων και θεατρικών παραστάσεων, του Συλλόγου με την δημοσιογράφο: Ρένα Σημειαντωνάκη στην λαογραφική αίθουσα του Συλλόγου, στις 30/12/2002.
    Λίγα λόγια για τα ήθη και έθιμα της Πρωτοχρονιάς των Βλάχων του Ν. Σερρών.
    Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι γυναίκες στόλιζαν το σπίτι, ετοίμαζαν τις πίτες και έπλαθαν τα κουλουράκια. Το βράδυ άδειαζαν τις στάμνες με το νερό, για να τις γεμίσουν τη χαραυγή, με το καινούριο νερό του καινούριου χρόνου. Όποια έφτανε πρώτη στη βρύση, τη βουτύρωνε φτιάχνοντας το σήμα του σταυρού, επάνω, δεξιά και αριστερά και έλεγε διάφορες ευχές. Τα κάλαντα των Βλάχων διέφεραν. Δεν τα τραγούδαγαν το πρωί της παραμονής, αλλά μετά τις 24:00 τα μεσάνυχτα, πρός την πρώτη του Γενάρη και μόνο τα αγόρια, όχι τα κορίτσια. Συγκεντρώνονταν στο μεσοχώρι, δλδ. στο κέντρο του χωριού και ξεκινούσαν να πούν τα κάλαντα, αρχίζοντας πάντα από την ανατολή του ηλίου. Κάθε παιδί κρατούσε το δισάκι του στον ώμο, το λεγόμενο τορβά. Ακόμη κρατούσαν και μία βέργα, την λεγόμενη τσουμάγα, για να χτυπούν τις πόρτες. Τραγουδούσαν τα παιδιά τα κάλαντα στην νοικοκυρά.
    Κόλιντι μάϊ κόλιντι
    κόλιντι σι μέλιντι
    τρείς χιλιάδες πρόβατα
    και άλλα τόσα γίδια
    δώσ' κυρά καρύδια
    να μη σου σπάσω τα
    κεραμίδια.
    Με τη σειρά της η ίδια, τα υποδεχόταν μέσα στο σπιτικό της, πρόσφερε με μία γαβάθα, που είχε μέσα χονδρό αλάτι στον πρώτο από τα παιδιά που θα έμπαινε μέσα στο σπίτι, για να το ρίξει, μέσα στο αναμμένο τζάκι, ευχόμενος ο ίδιος του διάφορες ευχές. Ανάλογα με το θόρυβο που έφτιαχνε το αλάτι, όταν έπεφτε μέσα στη φωτιά, έκαναν διάφορες προβλέψεις για τον καινούριο χρόνο. Η νοικοκυρά επίσης έδινε μεγάλη σημασία, στο ποδαρικό. Δηλαδή πιό παιδί θα μπεί πρώτος στο σπίτι, για αυτό πολλές φορές επέλεγε η ίδια, πιό θα είναι αυτό. Σε κάθε ένα παιδί πρόσφερε καρύδια, κάστανα, ξυλοκέρατα, φουντούκια και κουλουράκια, τα λεγόμενα ΚΟΛΙΝΤΑ που ήταν ζυμωμένα από άζυμο άρτο. Τα κόλιντα τα έφτιαχναν οι νοικοκυρές, για να δοθούν στα παιδιά, που θα τις τραγουδούσαν τα κάλαντα. Όταν τελείωνε η επίσκεψη, βγαίνοντας από το σπίτι τραγούδαγαν τα παιδιά:
    Σ' αυτό το σπίτι που 'ρθαμε, πέτρα να μην ραγίσει
    και ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια χρόνια να ζήσει.
    Να ζήσουν και τα αγόρια του, να ζήσουν να γεράσουν.
    Το ένα να γίνει δάσκαλος, τ' άλλο να Παπαδέψει
    το τρίτο το μικρότερο βασίλειο να γυρίσει.
    Την ώρα που άρχιζαν τα παιδιά να τραγουδάνε τα κάλαντα, οι μεγάλοι άναβαν μεγάλη φωτιά στο μεσοχώρι, όπου την ονόμαζαν: σούρβα. Όλοι πήδαγαν πάνω από τη φωτιά, νομίζοντας ότι έτσι θα εξαγνιστούν για την καινούρια χρονιά. Η φωτιά της πρωτοχρονιάς, θεωρείται πολύ παλιό, ίσως της προχριστιανικής, ειδωλολατρικής εποχής. Η φωτιά έμενε αναμμένη όλο το βράδυ μέχρι το πρωί, για να διατηρηθεί τα παιδιά, μάζευαν από κάθε σπίτι πουρνάρια, κέδρα και τα έριχναν μέσα σ' αυτή. Όλες οι οικογένειες πρωί πρωί ξεκίναγαν για την εκκλησία. Ο αρχηγός της οικογένειας έκοβε ένα κλαδί κέδρου, και το έριχνε στη φωτιά. Αυτό ήταν ένας ακόμη τρόπος, για να κάνουν προβλέψεις για την καινούρια χρονιά. Αν οι σπίθες που πετάγονταν πήγαιναν προς την ανατολή, η χρονιά θα ήταν καλή, αν θα πήγαιναν προς τη δύση, δεν θα ήταν και τόσο καλή. Τα δε αγόρια κρατούσαν στα χέρια τους μισοκαμένα ξύλα ''τουτσίνι'' και κάρβουνα, κυνηγώντας τρέχοντας τους καλικάντζαρους, προς το χώρο των κοιμητηρίων, για να τους κάψουνε, πριν προλάβουν και εισέλθουν στη γή. Μετά τη λήξη του εκκλησιασμού, ο γηραιότερος του χωριού, με τους άνδρες άρχιζε το χορό και το τραγούδι, στο προαύλιο χώρο της εκκλησίας. Μετά ακολουθούσαν οι γυναίκες και ύστερα τα παιδιά. Οι Βλάχοι σε όλες τις μεγάλες εορτές, συγκεντρώνονταν και χόρευαν. Οι χοροί αποτελούσαν τα νυφοπάζαρα, όπως συνήθιζε να τους λέει ο λαός. Εδώ γίνονταν τα νυφοδιαλέγματα και ξεκινούσαν οι προξενιές. Χόρευαν πάντα χωρισμένοι κατά φύλλο και ηλικία.
    Την πίτα την έκοβαν στις 12:00 το μεσημέρι. Πάνω στην πίτα τοποθετούσαν σχήματα φτιαγμένα από κλαδάκια ξύλου δάφνης, ελιάς ή ροδιάς. Κάθε σχήμα συμβόλιζε και κάτι. Το σπίτι, τη στάνη τον Άγιο Βασίλη, τα ζωντανά. Τα σχήματα ήταν τόσα, όσα και τα μέλη της οικογένειας και έκαναν και ακόμη ένα για τον Άγιο Βασίλη. Μαζευόταν όλη η οικογένεια γύρω από το σοφρά και έκοβε ο αρχηγός της οικογένειας, που ήταν συνήθως ο παππούς, που ήταν και ο γηραιότερος και γνώριζε πιό πολλά, έκοβε τη πίτα. Ύστερα τη γύριζαν τρείς φορές και όποιο σχήμα ερχόταν μπροστά στο κάθε μέλος της οικογένειας, αυτό ήταν και το τυχερό του. Τότε άρχιζαν διάφορα πειράγματα. Δηλαδή αν έπεφτε σε κάποιον το κομμάτι, που είχε το σχήμα της στάνης, του έλεγαν ότι έχει όλα τα προσόντα, να ασχοληθεί με τη στάνη. Ο τυχερός όμως ήταν εκείνος που του έπεφτε το κομμάτι με τον Άγιο Βασίλη. Τα ξυλάκια από τη πίτα, δεν τα πετούσαν, τα τοποθετούσαν στο εικονοστάσιον.
  • เพลง

ความคิดเห็น •