Χαιρέτης ή Γιαλάφτης - Βασίλης Σκουλάς (Λύρα) Μαντινάδες # 2

แชร์
ฝัง
  • เผยแพร่เมื่อ 30 พ.ย. 2024

ความคิดเห็น • 1

  • @kostasxristofis
    @kostasxristofis หลายเดือนก่อน

    Χίλια χατίρια τση 'καμα
    και χάλασα τση ένα
    και για τα λίγα πήγανε
    και τα πολλά χαμένα
    Όπου κι αν βάλεις τη χαρά
    κάνει φτερά και φεύγει
    και δε γατέχει άθρωπος
    που να τηνε στερεύγει
    Έναν αέρα το 'θελε
    να σε κερδίσω φως μου
    μ'αυτός ο αέρας μ'έκανε
    πιο δυστυχή του κόσμου
    Όπου κι αν πάω κι αν σταθώ
    μου λένε πως μποδίζω
    γι'αυτό κι εγώ εκλείστηκα
    μέσα και δεν πορίζω
    Αυτή εθάρρειε μια ζωή
    πως θέλα τη λατρεύω
    κι εδά χτυπά το μπέτη τζη
    γιατί θωρεί πως φεύγω
    Τόσο μικρή 'ναι η ζωή
    κι ίντα να πρωτοκάμω
    τα βάσανα θα διαρμιστώ
    ή θα ντυθώ για γάμο
    Παρόλο που επρόσεχα
    πιάστηκα στην παγίδα
    τσ'αγάπης που την έστεσε
    νύχτα και δεν την είδα
    Όσο κι αν έναι ο άνθρωπος
    προσεκτικός που λένε
    θα τα πατήσει του σεβντά
    τα κάρβουνα που καίνε
    Πως εξετρύπησε ο καημός
    μ'έτσα κακοκαιρία
    που να πνιγεί στο πέλαγος
    εδά 'τονε ευκαιρία
    Του χωρισμού σου ο ουρανός
    αστροφεγγιά δεν έχει
    που να σταθώ ο δυστυχής
    που όπου κι αν πάω βρέχει
    Τσ'αγάπης μας ο ουρανός
    έχει καιρό να βρέξει
    κι ένα δεντρί χωρίς νερό
    λίγο καιρό θ'αντέξει
    Καινούργια αγάπη και παλιά
    είναι να σκοτωθούνε
    μα φταίω εγώ που τσι 'φηκα
    μες την καρδιά να μπούνε
    Με την ξανθιά εμάλωσα
    κι η μαύρη δεν με θέλει
    που τη στοργή που έβρινα
    στση μάνας μου κοπέλι
    Στα άσπρα ντύνω το κορμί
    και την καρδιά στα μαύρα
    να μη γατέχει ο καθαής
    πως καίγομαι σε λαύρα
    Πολλοί 'ναι οι δρόμοι τση ζωής
    και ποιον να προτιμήσω
    να συναντήσω τη χαρά
    να τηνε φέρω πίσω
    Έφυγε πάλι ο λογισμός
    μα οι κόποι θα χαθούνε
    γιατί ξανοίγει να τη βρει
    χωρίς να ξέρει που 'ναι
    Πάντα στην πιο ψηλή κορφή
    πηγαίνω και καθίζω
    και βγάνω το πουκάμισο
    τσι φλόγες να μποδίζω
    Σαν θέλω εγώ να τηνε βρω
    κιανείς δεν μ'εμποδίζει
    εδώ 'ναι το ερώτημα
    που διάολο γυρίζει
    Στο τέλος του μεσημεριού
    απού η κάψα λιώνει
    είναι η κορφή περήφανη
    γιατί 'ναι με το χιόνι
    Ένα ποτήρι με χαρά
    και το 'πια μαζωμένο
    με κέρασε η μοίρα μου
    που μ'είχε ξεχαημένο
    Το κάθε σου χαμόγελο
    όταν για μένα βγαίνει
    αισθάνομαι πως τη ζωή
    οπίσω τη γιαγέρνει
    Μες την καρδιά μου σ'έβαλα
    στην πιο βαθιά κρυψώνα
    να μην σε βλάψει βιόλα μου
    τ'απόγι του χειμώνα
    Τι λυπηρό 'ναι στη ζωή
    όταν πλημμύρα κάνει
    το να με βρει να βρέχεται
    και στ'άλλο να μην πιάνει
    Στην αγκαλιά μου μια βραδιά
    σαν έρθεις να ξωμείνεις
    θα γλυκαθείς και κάθαργα
    θα 'ρχεσαι να με βρίνεις
    Μου 'πένε πάλι η καρδιά
    πως στο σεβντά με βάνει
    που μου 'χε η ψεύτρα υποσχεθεί
    πως δεν το ξανακάνει
    Στην μέση-μέση την καρδιά
    την χώρισα από χρόνους
    να μην μαλώνουν οι χαρές
    με τσι παντέρμους πόνους
    Φτάνω στο τζίμα του γκρέμου
    κι ήθελα λάξω πίσω
    γιατί δε θέλω ορφανή
    αγάπη να σ'αφήσω
    Καλιά 'χω να μη σμίγομε
    κι ας έχω δυστυχία
    παρά να πάω από χαρά
    κερά μου να 'σαι αιτία
    Όταν απογοητεύομαι
    και πράμα δεν ελπίζω
    σε βάνω μες την σκέψη μου
    και τα κενά γεμίζω
    Ποιος ήλιος δεν με ζέστανε
    και ποια βροχή δεν γραίνει
    και ποια αγάπη για αμοιβή
    ναστεναγμούς δεν φέρνει
    Στα μονοπάτια τση ζωής
    πολλές χαρές περνούνε
    μα μια δεν κουλαντρίζεται
    να μπει στον τόπο που 'ναι
    Εκειά που πράσσουν οι χαρές
    δεν πρέπει να προβέρνω
    γιατί πηγαίνω ευτυχής
    και δυστυχής γιαγέρνω
    Δεν έσφαλα που σ'αγαπώ
    βιόλα μου μυρισμένη
    έσφαλα που σε φίλησα
    κι η μυρωδιά μου μένει
    Αντί να 'τονε διπλά σου
    τον ύπνο να χορτάσω
    γιατί σε κάθε κίνηση
    θαρρώ πως θα σε χάσω
    Όποιος φιλεί τα χείλη τζη
    την ώρα δεν την χάνει
    μα η παντέρμη κοιμηθιά
    μικρή 'ναι και δεν φτάνει
    Αλλοίμονο στον άνθρωπο
    που όνειρα δεν κάνει
    κι απού 'χει πόνο κι έπαψε
    νομίζει πως θα γιάνει
    Για μια βραδιά που ξώμεινα
    μέσα στην αγκαλιά σου
    ξημέρωσε και τα 'θελες
    μονά-ζυγά δικά σου
    Απ'ώρα τέλειωσα ζωή
    έχει να ξημερώσει
    χωρίς σημάδι χαραυγής
    ποτέ τζη να τελειώσει
    Προτού να κράξει ο πετεινός
    οι πόνοι με ξυπνούνε
    να διαρμιστώ τα βάσανα
    άλλοι να μην τα βρούνε
    Ποιος βλέπει τέτοια ροδαριά
    και δεν θα προσπαθήσει
    απού τα ρόδα που 'καμε
    ένα να μην τσ'αφήσει
    Πήρα το τρένο τση χαράς
    που μου 'τυχε στον δρόμο
    μα η μοίρα με κατέβασε
    στην στάση που 'χει πόνο
    Όλους τσι μουσαφίρηδες
    τσι βάνω στην καρδιά μου
    μα όχι στον τόπο τον καλό
    γιατί 'χω την κερά μου
    Παραπονιούνται οι ευτυχείς
    για τσι χαρές που λένε
    κι ίντα να πούνε οι δυστυχείς
    που μέρα-νύχτα κλαίνε
    Εγώ τ'ανοίγω τα φτερά
    κι ας είναι και σπασμένα
    να με φοράσαι στο χωριό
    κι εγώ να ζω στα ξένα