Δέντρο ν-εί- χάι χάι μωρ’ Βιργινάδα δέντρο ν-εί- μωρέ, είχα στην αυλή μου δέντρο ν-εί- μωρέ, είχα στην αυλή μου για παρη- παρηγοριά δική μου. Πράσινα κάνει τα φύλλα, τα κλωνάρια του γαλάζια. Kόρη κάθονταν στον ίσκιο κι έπλεκε χρυσό γαϊτάνι. [Πλέξ’ το, κόρη, το γαϊτάνι πλέξ’ το και κρουστάλλωνέ το1 κι αλλουνού να μη το δώσεις μόν’ εμένα του λεβέντη να το βάλω στο σπαθί μου και στ’ ασημοκούμπουρό μου.]
Δέντρο ν-εί- χάι χάι μωρ’ Βιργινάδα
δέντρο ν-εί- μωρέ, είχα στην αυλή μου
δέντρο ν-εί- μωρέ, είχα στην αυλή μου
για παρη- παρηγοριά δική μου.
Πράσινα κάνει τα φύλλα,
τα κλωνάρια του γαλάζια.
Kόρη κάθονταν στον ίσκιο
κι έπλεκε χρυσό γαϊτάνι.
[Πλέξ’ το, κόρη, το γαϊτάνι
πλέξ’ το και κρουστάλλωνέ το1
κι αλλουνού να μη το δώσεις
μόν’ εμένα του λεβέντη
να το βάλω στο σπαθί μου
και στ’ ασημοκούμπουρό μου.]